Πάντα προτιμούσε τα φουστάνια.Ίσως η γυναικεία φύση της είχε προτιμήσει περισσότερο από μόνη της την πιθανότητα, το ενδεχόμενο του να γίνει κάτι από την πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν απόφάσισε να φοράει το ρούχο που κρύβει μέσα του ένα ''αν'', το φουστ-άν-ι.
Κάποτε αυτά ράβονταν πάνω στο σώμα.Τα ύφασματα και οι υφές ταίριαζαν σε δέρματα , δεμένα με κλωστές σε χρώματα διάφορα. Οι παραγγελίες των φουστανιών ήταν τα μέτρα που έπαιρναν στα σώματα εν ζωή. Μια ζωή που μοιραζόταν σε περίπατους, χορούς, πρωινές και απογευματινές βάρδιες εργασίας, γιορτές και οικογενειακές φωτογραφίες.
Τα ρούχα μετρημένα, οι περιστάσεις επίσης. Κάθε φορά ένας διαφορετικός συνδυασμός, μια διαφορετική διάθεση και μια τσάντα με ασορτί παπούτσια και κραγιόν θα πήγαιναν το σώμα να διαλαλήσει την ομορφιά , βήμα- βήμα, τακ -τακ του τακουνιού , απ' όπου περνούσε.
Δεν ξέρω, αν εφταιγε το θέρος που χάζευα τα φουστάνια της με τις ώρες.
Κάποια πουά και εγώ μετρούσα μισοφέγγαρα μετρημένα και πανσέληνους πάνω σε καμπύλες .Κάποια φλοράλ ,με λουλούδια απ 'άκρη σ' άκρη – θαρρείς πως στα τελειώματα κρεμόντουσαν κοτσάνια και πως στα στήθη της μαζεύονταν τ'αποστάγματα. Κάποια ακόμη ριγωτά , που παράλληλα φυλάκιζαν στις ρίγες χρώματα και ευχόμουν αναίσχυντος να πιάξει μια σύντομη βροχή να στάξουν το ένα μέσα στο άλλο.
Πάντα ετοιμαζόμουν πρώτος και καθόμουν καπνίζοντας να τη χαζεύω να ετοιμάζεται. Να στρώνει με τα χέρια της τις ζάρες της ατέλειας και να λειαίνει μια τελειότητα που εγώ τουλάχιστον εντόπιζα ξεκάθαρα.
Editorial 4oυ Τεύχους // Περιοδικό Λύκos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου